Πάει πολύς καιρός που η Credit Suisse βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού. Τι θα μπορούσε να πάει στραβά σε μια τράπεζα με ιστορία 167 ετών; Τα σκάνδαλα διαδέχονταν το ένα το άλλο, τα πρόστιμα από τις ρυθμιστικές αρχές έπεφταν με ρυθμό πολυβόλου, οι συμβιβασμοί κόστιζαν εκατομμύρια, τα πρόσωπα που τη διοικούσαν άλλαζαν σαν τα πουκάμισα. Και οι επενδυτές, τρομαγμένοι απ’ όσα έβλεπαν και περισσότερο απ’ όσα κατάλαβαν ότι δεν έβλεπαν, άνοιγαν την πόρτα της εξόδου κατά χιλιάδες.

Τα προβλήματα υπήρχαν και γιγαντώνονταν τα τελευταία χρόνια. Και το «μπαμ» θα είχε γίνει νωρίτερα, στο τρίτο τρίμηνο του περασμένου έτους, αν για μία ακόμα φορά δεν έσωζαν την παρτίδα οι Αραβες. Μετά τα χρήματα της σαουδαραβικής οικογένειας Ολαγιάν και των Καταριανών που επένδυαν στην τράπεζα όταν τα πράγματα σκούραιναν πολύ, τη σωτήρια ένεση ρευστότητας έδωσε ο διάδοχος πρίγκιπας της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν.

Τον περασμένο Οκτώβριο, μετά την ανακοίνωση των ζημιών 4 δισ. ευρώ από την τράπεζα, η Saudi National Bank έδωσε επιπλέον 1,5 δισ. ευρώ στην Credit Suisse (είχε ήδη βάλει 4 δισ.), ανεβάζοντας το ποσοστό της στο 9,9%. Ετσι, οι Σαουδάραβες έγιναν οι μεγαλομέτοχοι της ελβετικής τράπεζας δίνοντας χρήμα χωρίς… ερωτήσεις: δεν ήθελαν περαιτέρω ποσοστό ώστε να μην εμπλακούν σε ρυθμιστικά και λογιστικά προβλήματα, δεν τοποθέτησαν μέλη στο Δ.Σ., δεν ζήτησαν τίποτα, απλά θεώρησαν ότι κάνουν μια συμφέρουσα επένδυση.

Ωστόσο, και αυτό το φιλί ζωής από τον πρίγκιπα δεν κράτησε πολύ. Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank και η αβεβαιότητα για την επιτοκιακή πολιτική των κεντρικών τραπεζών επέτειναν τους φόβους των επενδυτών και ο… αδύναμος κρίκος φάνηκε αμέσως. Η μετοχή της Credit Suisse έπεσε σε ιστορικό χαμηλό και η κεφαλαιοποίησή της συρρικνώθηκε σε κατά τι περισσότερο από 7 δισ. ευρώ. Προκλήθηκε πανικός, και ακόμα περισσότερο όταν οι Σαουδάραβες ξεκαθάρισαν ότι δεν θα παράσχουν άλλο ρευστό, επειδή δεν θέλουν να προκαλέσουν παρέμβαση των ρυθμιστικών αρχών, κάτι που θα γίνει αν το ποσοστό τους περάσει το 10%. Και έτσι την πρώτη λύση έδωσε, αντί της SNB, η… SNB, δηλαδή η Swiss National Bank, η οποία δεσμεύτηκε να βάλει περισσότερα από 50 δισ. ευρώ στην Credit Suisse. Χρειάστηκε, όμως, και δεύτερη παρέμβαση υπό τη μορφή της εξαγοράς της Credit Suisse από τη UBS έναντι 3,2 δισ. δολαρίων και η χορήγηση πιστωτικής γραμμή μέχρι 100 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (πάνω από 100 δισ. δολάρια) στην UBS και την Credit Suisse από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας για να ηρεμήσουν οι αγορές και να μειωθούν οι ανησυχίες.
Το 2004 ένας τραπεζίτης της Credit Suisse συνελήφθη με την κατηγορία ότι παρείχε βοήθεια σε διεθνές κύκλωμα ξεπλύματος βρώμικου χρήματος που συνδεόταν με την ιαπωνική μαφία Γιακούζα. O 41χρονος τραπεζίτης Ατσούσι Ντόντεν είχε παραιτηθεί από την τράπεζα μόλις μία εβδομάδα προτού συλληφθεί στο Τόκιο, όταν ήδη άλλα μέλη της Γιακούζα άρχισαν να συλλαμβάνονται. Μεταξύ των συλληφθέντων ήταν και ο λεγόμενος «τσάρος των τοκογλύφων» Σουσούμου Κατζιγιάμα.

Οι έρευνες των Αρχών σε Ιαπωνία, Ελβετία και Χονγκ Κονγκ αποκάλυψαν ξέπλυμα χρήματος ύψους άνω των 40 εκατ. δολαρίων από την εξειδικευμένη στην τοκογλυφία συμμορία Γιαμαγκούτσι – Γκούμι, το μεγαλύτερο συνδικάτο εγκλήματος της Ιαπωνίας. Σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, τα χρήματα από τους τοκογλύφους ξεπλένονταν με την αγορά ομολόγων. Τα χρήματα μεταφέρονταν από τη Standard Chartered Bank του Τόκιο στο παράρτημα της Credit Suisse στο Χονγκ Κονγκ, στη συνέχεια σε υποκατάστημα της Credit Suisse στη Σιγκαπούρη και εν τέλει στα κεντρικά της τράπεζας στην Ελβετία, στην οποία «καθαρά» πια διοχετεύονταν πίσω στην Ιαπωνία, όπου εξαργυρώνονταν μέσω ιαπωνικής εταιρείας χρεογράφων.

Τον Φεβρουάριο του 2022 οι δημοσιογράφοι της γερμανικής εφημερίδας «Sueddeutsche Zeitung» έκαναν μια συγκλονιστική αποκάλυψη: δημοσίευσαν αρχεία της Credit Suisse που είχαν διαρρεύσει και αφορούσαν 18.000 τραπεζικούς λογαριασμούς και 30.000 κατόχους λογαριασμών, ύψους άνω των 100 δισ. δολαρίων. Η υπόθεση ονομάστηκε «Swiss Leaks» ή «Swiss Secrets», αλά «Panama Papers», καθώς αποδείκνυαν ότι η τράπεζα συνεργαζόταν με επιχειρηματίες που βρίσκονταν σε λίστες κυρώσεων, ανθρώπους που διώκονταν για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εγκληματίες, μαφιόζικες οργανώσεις, δικτάτορες και εταιρείες-φαντάσματα που διακινούσαν και ξέπλεναν μαύρο χρήμα.

Το κακό για την τράπεζα ήταν ότι εμφανιζόταν να γνωρίζει ποιους βοηθούσε να ξεπλένουν ή να κρύβουν κλοπιμαία και μαύρο χρήμα που προερχόταν από κάθε είδους εγκληματική δραστηριότητα – αυτό το έκανε εντατικά από το 1940 έως το 2020.
Η Credit Suisse φαίνεται ότι είχε εμπλοκή και στην έναρξη της κρίσης του 2008. Αυτό τουλάχιστον διαπίστωσαν οι αμερικανικές αρχές, οι οποίες απήγγειλαν κατηγορίες σε τέσσερις πρώην τραπεζίτες της Credit Suisse που δολίως υπερτίμησαν τις τιμές ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης ύψους 3 δισ. δολαρίων κατά τη διάρκεια της πιστωτικής κρίσης του 2007. Τελικά, σε σχέση με την αμερικανική χρηματοπιστωτική κρίση φυλακίστηκε μόνο ένα πρώην στέλεχος της τράπεζας, ο Καρίμ Σεραγκελντίν.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ