Θέλω», είπε ο Πρωθυπουργός στους έλληνες δημοσιογράφους μετά τη συνάντησή του με τον Εμανουέλ Μακρόν την Πέμπτη κι ενώ βρίσκονταν ακόμη επί παριζιάνικου εδάφους, «να αλλάξω το αφήγημα στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες». Θέλει, εξήγησε, να δείξει πως η Ελλάδα είναι μια χώρα με αυτοπεποίθηση «που συμμετέχει στις μεγάλες ευρωπαϊκές συζητήσεις και έχει τη δυνατότητα να αποτελέσει την ευχάριστη αναπτυξιακή έκπληξη των επόμενων χρόνων».
Ο στόχος φαντάζει μεγαλεπήβολος, αλλά στην κυβερνητική ανάγνωση η επίτευξή του δεν είναι μόνο ζήτημα εξωτερικής πολιτικής. Είναι, βασικά, ζήτημα εσωτερικής. Για την ακρίβεια, προκειμένου να τον επιτύχει η κυβέρνηση Μητσοτάκη προτίθεται να προσπαθήσει να αλλάξει πολλά από όσα ισχύουν στην εγχώρια πολιτική σκηνή και πραγματικότητα. Μια πρώτη γεύση των προθέσεών της θα δώσουν τα νομοσχέδια που θα κατατεθούν στη Βουλή το φθινόπωρο.
Το μότο, εξάλλου, των πηγών του Μαξίμου για το ταξίδι που έγινε, κι εκείνα που θα ακολουθήσουν, είναι πως έχουν σχεδιαστεί προκειμένου η χώρα να ανακτήσει την αξιοπιστία της ως συνομιλητή στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Την Πέμπτη που μας έρχεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα βρίσκεται στην καγκελαρία για την πρώτη του επίσημη συνάντηση ως πρωθυπουργού με την Ανγκελα Μέρκελ. Στις 2 και 3 Σεπτεμβρίου θα ταξιδέψει στη Χάγη, όπου θα έχει συνάντηση με τον ολλανδό ομόλογό του Μαρκ Ρούτε.