To Πολεμικό Ναυτικό διαθέτει φρεγάτες ηλικίας 4 δεκαετιών Η παλαιότητα του βασικού κορμού τού ελληνικού Στόλου επηρεάζει αρνητικά την απόδοσή του, όπως αναφέρθηκε στις σχετικές συζητήσεις που έγιναν στη Βουλή, ενώ εντείνει τις δυσκολίες υποστήριξης των ηλεκτρονικών συστημάτων που φέρουν τα πλοία.
Αυτός ήταν και ο λόγος που η ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού με σύγχρονες φρεγάτες κρίθηκε ως επιτακτική ανάγκη. Εκτός από τη γαλλική προσφορά, εξετάστηκαν και αξιολογήθηκαν προσφορές εταιρειών από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία, την Ολλανδία και την Ισπανία. Το Πολεμικό Ναυτικό έκρινε ότι οι καταλληλότερες για την κάλυψη των επιχειρησιακών του απαιτήσεων είναι οι γαλλικές FDI. Και αυτό διότι διαθέτουν υψηλότατες δυνατότητες πολέμου επιφανείας, ανθυποβρυχιακού πολέμου και πολέμου αέρος σε συνδυασμό με σύγχρονα πυραυλικά συστήματα.

Το Σεπτέμβριο 2021, η Ελλάδα και η Γαλλία υπέγραψαν Συμφωνία Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης για τη συνεργασία στην Άμυνα και την Ασφάλεια και ως απόρροια της συμφωνίας αυτής συμφωνήθηκε η πρόσκτηση από το Πολεμικό Ναυτικό τριών νέων φρεγατών FDI (Belharra) με «option» επιλογής και τέταρτης ίδιου τύπου φρεγάτας.

Η ναυπήγηση των πλοίων γίνεται στις εγκαταστάσεις της κατασκευάστριας εταιρείας Naval Group στη Γαλλία. O χρόνος παράδοσης, συμπεριλαμβανομένων των όπλων των φρεγατών, για το πρώτο και το δεύτερο πλοίο θα είναι εντός του 2025, για το τρίτο το 2026 και για το τέταρτο -εφόσον ασκηθεί το δικαίωμα της προαίρεσης αγοράς- το 2027. Όσο για την εν συνεχεία υλικοτεχνική υποστήριξή τους, εκκινεί από την παραλαβή κάθε πλοίου και έχει διάρκεια τριών ετών.

Στο πλαίσιο της σύναψης των συμβάσεων με τις εμπλεκόμενες γαλλικές εταιρείες, τη Naval Group και την MBDA France, έχει επιτευχθεί συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στην κατασκευή και συντήρηση των πλοίων.

Το κόστος
Το ανώτατο κόστος της προμήθειας των φρεγατών ανέρχεται στο ποσό των 3,049 δισ. ευρώ. Αναλυτικότερα, η σύμβαση προμήθειας των τριών φρεγατών έχει κόστος 2,261 δισ. ευρώ, η σύμβαση της εν συνεχεία υποστήριξης 138 εκατ. ευρώ ενώ η σύμβαση για τα όπλα και την εν συνεχεία υποστήριξής τους 650 εκατ. ευρώ.

Σε περίπτωση που ασκηθεί το δικαίωμα της προαίρεσης για την πρόσκτηση και τέταρτης φρεγάτας, το κόστος φτάνει τα 4,07 δισ. ευρώ. Σε αυτά τα ποσά δεν συμπεριλαμβάνονται κρατήσεις, φόροι, δασμοί και τυχόν λοιπές δαπάνες που βαρύνουν τις συμβάσεις (6,144%).

Η συμμετοχή της Ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας
Αυτή είναι και η «αχίλλειος πτέρνα» των δύο συμφωνιών. Για τα μεν Rafale δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για ελληνικό υποέργο, συντήρηση κλπ ενώ για τις φρεγάτες οι οποίοι ευχαρίστησαν που «η Ελλάδα θα στηρίξει χιλιάδες θέσεις εργασίας στη Γαλλία τα επόμενα χρόνια» ουσιαστικά δεν έχουν δεσμευτεί παρά μόνο προφορικά και σε κάποιες δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για εγχώρια παραγωγή. Πέρα από την οικονομική ζημιά για το ελληνικό ΑΕΠ τίθεται μεσοπρόθεσμα και ένα ζήτημα συντήρησης και υποστήριξης αυτών των εξοπλισμών γιατί η ουσιαστική ανάμιξη της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας θα προσέδιδε και την απαραίτητη τεχνογνωσία ώστε τα όπλα όταν χρειαστεί να υποστηρίζονται άμεσα και στον τόπο των επιχειρήσεων.

Τα 6 επιπλέον Rafale
Η Ελλάδα έχει, ήδη, προχωρήσει στην απόκτηση 18 μαχητικών αεροσκαφών Rafale. Τα πρώτα έξι από αυτά, βρίσκονται ήδη στην Τανάγρα. Παράλληλα με την απόκτηση των φρεγατών Belharra, υπογράφτηκε και η συμφωνία απόκτησης επιπλέον 6 αεροσκαφών Rafale για την Πολεμική Αεροπορία. Η συμφωνία προβλέπει την προμήθεια των αεροσκαφών με τον εξοπλισμό τους καθώς και την εν συνεχεία υποστήριξή τους.

Το αίτημα προς την κατασκευάστρια εταιρεία των αεροσκαφών Dassault Aviation και την εταιρεία MBDA France για την παροχή των όπλων στάλθηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου του 2021. Το κόστος απόκτησης των αεροσκαφών και της εν συνεχεία υποστήριξής τους ανέρχεται σε 807,6 εκατ. ευρώ ενώ το κόστος απόκτησης των όπλων που θα φέρουν στα 184 εκατ. ευρώ. Ο συνολικός προϋπολογισμός, συμπεριλαμβανομένων των κρατήσεων ύψους 6,144% αλλά και των τιμών με εκτιμώμενη αναπροσαρμογή 5%, φτάνει τα 1,092 δισ. ευρώ.

Η παραλαβή των έξι επιπλέον Rafale και των όπλων τους θα γίνει έως το τέλος του 2024. Συγκεκριμένα, το πρώτο θα παραδοθεί τον Ιούλιο του 2024 και έκτοτε θα παραδίδεται ένα κάθε μήνα έως τον Δεκέμβριο του 2024.

Επιπρόσθετα, η διάρκεια της εν συνεχεία υποστήριξης του συνόλου των 24 αεροσκαφών Rafale επεκτείνεται για τρία έτη, από το 2024 έως το 2027 ενώ η διάρκεια της εν συνεχεία υποστήριξης των όπλων τους για τέσσερα έτη, από το 2024 έως το 2028.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ