Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας προχώρησε σε μία «περίεργη» δήλωση σε πρωινή εκπομπή, σχετικά με το τουρκολιβυκό μνημόνιο το οποίο υποστήριξε πως η Ελλάδα «δεν το έχει τελείως αρνηθεί» μη δίνοντας παραπάνω διευκρινήσεις.

Όταν ρωτήθηκε αν το τουρκολιβυκό μνημόνιο εμποδίζει έναν διάλογο με την Άγκυρα είπε:

«Για μας είναι τελείως ανύπαρκτο, η αντίληψη ότι μπορείς να μοιράζεις θαλάσσιες ζώνες αγνοώντας την Κρήτη, δεν αντέχει σε κριτική, βεβαίως εμείς δεν το έχουμε τελείως αρνηθεί(;) από κει και πέρα όμως το θεωρούμε ανύπαρκτο».

Τι εννοεί ακριβώς ο υπουργός; Πως γίνεται η Ελλάδα να το θεωρεί ανύπαρκτο και ταυτόχρονα να μην το έχει αρνηθεί τελείως;

Επιπλέον αποκάλυψε έχουν ήδη ξεκινήσει οι συζητήσεις με την Τουρκία αλλά δεν έχουν καταλήξει ακόμα σε ένα «συμπεφωνημένο πλαίσιο διαλόγου», με λίγα λόγια δεν έχει αποφασιστεί ακόμα τι θα παραχωρήσει η Ελλάδα στην Άγκυρα.

Η τουρκική αντίληψη για τη διαπραγμάτευση: εφ’ όλης της ύλης και χωρίς προϋποθέσεις
Η Τουρκία γνωρίζει εδώ και αρκετά χρόνια ότι ο μόνος τρόπος για να κατοχυρώσει τις αξιώσεις της είναι να υπάρξει μια διαδικασία διαπραγμάτευσης. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι πάντα υπάρχει η σκιά ότι η εισβολή στην Κύπρο το 1974 έτυχε καταδίκης από τη διεθνή κοινότητα και πήγε πίσω τις όποιες τουρκικές διεκδικήσεις, όποια και εάν είναι η μεταχείρισή της μέσα στον επίσημο λόγο.

Ωστόσο, η αντίληψή της για τη διαπραγμάτευση έχει δύο βασικά γνωρίσματα.

Το πρώτο είναι η λογική της εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση με όλα τα θέματα θεωρούμενα ως ανοιχτά. Σύμφωνα με αυτό το σχήμα η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν ένα σύνολο από διαφορές που ξεκινούν από τα ζητήματα των χωρικών υδάτων και του εναερίου χώρου στο Αιγαίο, επεκτείνονται στα ζητήματα ερμηνείας των συνθηκών που απέδωσαν τα νησιά του Αιγίου και τη Δωδεκάνησο στην Ελλάδα και άρα τα όρια της κυριαρχίας σε νησίδες και βραχονησίδες (οι περίφημες γκρίζες ζώνες), περιλαμβάνουν τα ζητήματα που αφορούν την στρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου και βέβαια καταλήγουν στα ζητήματα οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ ανάμεσα στις δύο χώρες. Ενίοτε η τουρκική ρητορική εμπλέκει και την επίλυση του Κυπριακού σε αυτό το πλέγμα διαφορών. Κατά τη γνώμη της Τουρκίας όλα τα ζητήματα είναι ανοιχτά και σε μικρό βαθμό έχουν εφαρμογή προβλέψεις του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, εφόσον η γεωγραφική εγγύτητα –ή ο κίνδυνος να αδικηθεί η Τουρκία από μία κατά γράμμα εφαρμογή του– σημαίνουν ότι κατά βάση εναπόκειται στις δύο χώρες να κάνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις και να βρουν ένα σημείο ισορροπίας.

Το δεύτερο γνώρισμα της τουρκικής τακτικής είναι αυτό που θα λέγαμε πρακτική των τετελεσμένων. Αυτή είναι η αναζήτηση κάθε ευκαιρίας ώστε να κατοχυρώσει ή έστω να δώσει την εντύπωση ότι κατοχυρώνει κρίσιμες θέσεις ενόψει της τελικής διαπραγμάτευσης. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το τουρκολιβυκό σύμφωνο. Η Τουρκία γνωρίζει ότι μόνο μια πολυμερής συμφωνία οριοθέτηση θα χαράξει τελικά τα όρια των ΑΟΖ στην περιοχή. Όμως, θέλει σε αυτή τη συζήτηση να έρθει έχοντας κατοχυρώσει ότι με τουλάχιστον μία χώρα έχει συναντίληψη.
Η ελληνική ταλάντευση ως προς τη διαπραγμάτευση
Η επίσημη ελληνική θέση είναι εδώ και δεκαετίες ότι για όλα τα ζητήματα που αφορούν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις το διεθνές δίκαιο κατοχυρώνει τις ελληνικές θέσεις και άρα δεν υπάρχει περιθώριο συζήτησης. Ακόμη και για το θέμα της στρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου, η πάγια ελληνική θέση είναι ότι το δικαίωμα άμυνας, όπως κατοχυρώνεται από το Διεθνές Δίκαιο, είναι υπέρτερο από την όποια «γραμματική» διατύπωση συνθηκών που διατυπώθηκαν σε άλλες εποχές, άλλο διεθνές πλαίσιο και άλλη αντίληψη για την άσκηση κυριαρχίας.

Το μόνο θέμα που θεωρεί υπό συζήτηση παγίως η ελληνική διπλωματία είναι αυτό της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας (και πλέον της ΑΟΖ), ζήτημα για το οποίο η Ελλάδα είναι έτοιμη να προσφύγει από κοινού με την Τουρκία στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης δηλώνοντας ότι θα αποδεχτεί την ετυμηγορία του.

Η θέση αυτή έρχεται σε αντιπαράθεση με την τουρκική θέση που θα κατέτεινε σε προσφυγή για την επίλυση όλων των διαφορών. Η ελληνική διπλωματία παραδοσιακά θεωρούσε επικίνδυνη αυτή την τακτική. Ο λόγος είναι ότι η τάση των διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων είναι να αναζητούν μια «μέση οδό» και αυτό εάν επεκτεινόταν σε θέματα που αφορούν το Αιγαίου και τα όρια κυριαρχίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια πλευρών κυριαρχίας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ