Διαπιστώνουμε πως τριπλασιάστηκαν τα ακραία και σφοδρά καιρικά φαινόμενα στη Θεσσαλονίκη, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και οι συνέπειες τους εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, αλλά και εξαιτίας των ανθρωπογενών παρεμβάσεων και της ανυπαρξίας των αντιπλημμυρικών μέτρων, επισήμανε ο μετεωρολόγος Μιχάλης Σιούτας, στην εκδήλωση του ΤΕΕ/ΤΚΜ για την Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος με θέμα: «Κλιματική Αλλαγή – Επιπτώσεις στην Παράκτια Ζώνη – Αντιπλημμυρική θωράκιση Θεσσαλονίκης». Τόνισε, δε, πως «αν διατηρηθούν οι σημερινές συνθήκες, με βάση το πιθανότερο σενάριο προβλέπεται να εμφανισθούν από πέντε έως οκτώ πλημμυρικά επεισόδια ανά έτος στην περιοχή της Θεσσαλονίκης την προσεχή δεκαετία, 2023-33».
Παλιότερα, όπως είπε, ακραία φαινόμενα συνέβαιναν μια με δύο φορές το χρόνο, ίσως και καμία, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουμε έξι με επτά τέτοια επεισόδια με μεγάλης έκτασης επιδράσεις στη Θεσσαλονίκη. Το φυσικό και αστικό περιβάλλον έχει γίνει πολύ ευάλωτο στις φυσικές καταστροφές και στα έντονα καιρικά φαινόμενα με αποτέλεσμα να έχουμε συχνά πλημμυρικά φαινόμενα, κατολισθήσεις, αλλοιώσεις του περιβάλλοντος στις παράκτιες περιοχές, όπου εντοπίζουμε σημαντική διάβρωση.
Ο Καθηγητής του Τμήματος Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών του ΑΠΘ Γιώργος Βέργος, παρουσίασε τη μεθοδολογία και στοιχεία του Παρατηρητηρίου της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, που μέσω της επεξεργασίας γεωχωρικών και άλλων δεδομένων επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις για τον κίνδυνο μελλοντικής καταβύθισης περιοχών της ακτογραμμής. Όπως είπε πιο συγκεκριμένα, «η περιοχή του Αξιού, καθώς και οι παράκτιες περιοχές της Περαίας, της Επανομής και του αεροδρομίου “Μακεδονία” κινδυνεύουν από έντονες πλημμύρες στο μέλλον». Ο ίδιος μεταξύ των προτεινόμενων μέτρων παρέμβασης, ανέφερε την ανάγκη νέας πολεοδομικής νομοθεσίας με επανεξέταση των χρήσεων γης στις παράκτιες περιοχές, μέτρα για την αποκατάσταση παράκτιων οικοτόπων και νέους κώδικες και κανονισμούς για την κατασκευή υποδομών, που να αντέχουν στην παράκτια διάβρωση και στα κύματα των καταιγίδων.