Αφήνοντας στο «ράφι» το καυτό και δύσκολο ζήτημα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογαν στην έκτη συνάντησή τους σε έναν χρόνο (18:40 ώρα Ελλάδος), θα επιδιώξουν να στείλουν και πάλι το μήνυμα συνέχισης του ήπιου κλίματος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε μια περίοδο πάντως που τα σύννεφα στον διεθνή περίγυρο εχουν πυκνώσει επικίνδυνα και είναι εμφανή τα σημάδια «κόπωσης» στην διαδικασία προσέγγισης.Παρά τα αισιόδοξα μηνύματα που εκπέμπει ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης για «ιστορική ευκαιρία» στα ελληνοτουρκικά, δεν φαίνεται να εχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την έναρξη έστω και σε διερευνητικό στάδιο των συνομιλιών για το θέμα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ που προφανώς αποτελεί το κρίσιμο βήμα για την ουσιαστική εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.Ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από την ΔΕΘ ξεκαθάρισε με κατηγορηματικό τρόπο ότι «δεν υπάρχουν αυταπάτες για τις δυσκολίες προσέγγισης με την Τουρκία» επισημαίνοντας ότι «ο πυρήνας του τουρκικού αναθεωρητισμού δεν έχει αλλάξει. Η “Γαλάζια Πατρίδα” παραμένει στο τραπέζι και συνιστά μία αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας» και αυτό ακριβως απoτελεί την «βασική δυσκολία για να μπορέσουμε να μπούμε στον πυρήνα της συζήτησης της μεγάλης μας διαφοράς που αφορά την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο».Η εμπειρία των τελευταίων μηνών και μετά την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών (Δεκέμβριος 2023) εκτός των θετικών αποτελεσμάτων (βίζες για επισκέψεις σε ελληνικά νησιά και εν μέρει περιορισμός των μεταναστευτικών ροών) έδειξε ότι η διατήρηση του αναθεωρητισμού στην τουρκική εξωτερική πολιτική και η επιμονή στην ατζέντα των διεκδικήσεων εις βάρος της χώρας μας θα αποτελεί διαρκώς κινούμενη άμμο στη διαδικασία προσέγγισης.Η έγερση και με επίσημο τρόπο θέματος διευρυμένων μάλιστα «γκρίζων ζωνών» με αφορμή την ανακοίνωση εκ μέρους της Ελλάδας της πρόθεσης για δημιουργία Θαλάσσιων πάρκων, το επεισόδιο της Κάσου με αφορμή τις έρευνες για πόντιση ηλεκτρικού καλωδίου, οι διαρκείς ανακοινώσεις περί δήθεν υποχρέωσης αποστρατικοποίησης των νησιών, η διαρκής έγερση θέματος «τουρκικής μειονότητας» αλλά και αυτή η συμπερίληψη της «Γαλάζιας Πατρίδας» στα σχολικά βιβλία, προσγειώνουν στην σκληρή πραγματικότητα των ελληνοτουρκικών. Συγχρόνως, όμως, δείχνουν πόσο «ευάλωτη» είναι και η διαδικασία προσέγγισης με δεδομένο ότι η Τουρκία αντιλαμβάνεται με τον δικό της τρόπο την διατήρηση του ήπιου κλίματος θεωρώντας ότι αυτό συνεπάγεται και την αποχή της Ελλάδας από την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της που εκ των πραγμάτων αμφισβητούν το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας».Στην Αθήνα είναι σαφές ότι εάν επιχειρηθεί να ξεκινήσουν συζητήσεις για την οριοθέτηση με τα σημερινά δεδομένα, αυτές θα καταλήξουν πρόωρα σε αδιέξοδο και αυτό θα προκαλέσει σοβαρούς κραδασμούς στην όλη διαδικασία προσέγγισης απειλώντας και τη διατήρηση του ήπιου κλίματος.Η συνάντηση που πρόκειται να έχουν στην Νέα Υόρκη Μητσοτάκης και Ερντογάν θα γίνει σε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο και ρευστό διεθνές περιβάλλον με τους δυο πολέμους να είναι σε εξέλιξη στην ευρύτερη περιοχή και την Τουρκία να διαμορφώνει σταδιακά αυτή την αυτόνομη εξωτερική πολιτική με στόχο την ανάδειξη της σε περιφερειακή ηγετική δύναμη. Εν αναμονή μάλιστα και των αμερικανικών εκλογών ο Τούρκος πρόεδρος έχει άλλες προτεραιότητες από τα ελληνοτουρκικά, προσδοκώντας ότι με έναν νέο Αμερικανό πρόεδρο, ειδικά μάλιστα εάν αυτός είναι ο Ντόναλντ Τραμπ, θα μπορέσει να αποκαταστήσει μια σχέση η οποία τα τελευταία χρόνια είναι απολύτως προβληματική για τις επιδιώξεις της Άγκυρας, παρά το γεγονός ότι επι θητείας Τραμπ επιβλήθηκαν κυρώσεις στην Τουρκία.Το γεγονός ότι ακόμη η Τουρκία παραμένει αποκλεισμένη από το πρόγραμμα των F-35 για τα οποία υπάρχει ήδη συμφωνία παραχώρησης στην Ελλάδα, η αναβάθμιση της Αλεξανδρούπολης και οι διευκολύνσεις προς τις ΗΠΑ σε άλλες ελληνικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις αλλά και το τελευταίο «χτύπημα» με την υπογραφή του Οδικού Χάρτη Αμυντικής Συνεργασίας ΗΠΑ-Κυπριακής Δημοκρατίας, έχουν εξοργίσει την Άγκυρα, η οποία, εκτός των άλλων, βρίσκεται σε διαρκή ένταση με την Ουασιγκτον τόσο για το θεμα της στήριξης στους κούρδους της Βόρειας Συρίας αλλα κυρίως για την στήριξη των ΗΠΑ στο Ισραήλ στον πόλεμο της Γάζας, οπου ο Ταγίπ Ερντογάν έχει αναδειχθεί στον πιο ακραίο «εχθρό» όχι μόνο του Νετανιάχου αλλα και του ίδιου του κράτους του Ισραήλ, προκαλώντας βαθύ προβληματισμό στο διπλωματικοστρατιωτικό κατεστημένο της Ουάσινγκτον για τις πραγματικές επιδιώξεις και τον προσανατολισμό της Τουρκίας. Ένα κλίμα που επιβαρύνεται από τις στενές σχέσεις με την Ρωσία και τον πρόεδρο Πούτιν αλλά και την πρόθεση του Ερντογάν για ένταξη της Τουρκίας στους BRICS.