Με θέα την Ακρόπολη και παρουσία του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη οι κορυφαίοι τραπεζίτες της ευρωζώνης και η επικεφαλής τους Κριστίν Λαγκάρντ θα λάβουν σημαντικές αποφάσεις για τη νομισματική πολιτική που θα ακολουθηθεί από εδώ και στο εξής.
Η Πρόεδρος της ΕΚΤ, βρίσκεται ήδη στην Αθήνα. Σήμερα και αύριο μαζί με τα 26 μέλη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανάμεσα στα οποία και ο διοικητής και οικοδεσπότης της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας θα λάβουν αποφάσεις για το θέμα των επιτοκίων εν μέσω μιας έκρυθμης κατάστασης στη Μέση Ανατολή και της απειλής μιας νέας ενεργειακής κρίσης.Στις επαφές που θα έχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο σημερινό δείπνο με τους κορυφαίους τραπεζίτες της Ευρώπης θα έχει την ευκαιρία να περιγράψει την εικόνα της Ελλάδας του 2023 που δεν έχει καμία σχέση με εκείνη των χρόνων της κρίσης. Θα υπογραμμίσει ότι η χώρα μας άφησε πίσω της οριστικά την εποχή των μνημονίων. Δεν έχουν περάσει άλλωστε πολλά 24ωρα μετά την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τη Standard and Poors και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. «Ο εθνικός μας στόχος επιτεύχθηκε και επόμενος σταθμός είναι η 1η Δεκεμβρίου όταν θα ανακοινωθεί η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Fitch ο οποίος επίσης αναμένεται να επικυρώσει επίσης την επενδυτική βαθμίδα», θα τονίσει στους συνομιλητές του ο Έλληνας πρωθυπουργός και θα επισημάνει ότι το τραπεζικό μας σύστημα είναι πλέον ανθεκτικό και υγιές, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας είναι τριπλάσιος του μέσου όρου της ευρωζώνης αλλά και ότι η δημοσιονομική πολιτική που ακολουθείται θα οδηγήσει σε νέα πρωτογενή πλεονάσματα.
Η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με την Κριστίν Λαγκάρντ πραγματοποιείται λίγες ώρες πριν την Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες όπου εκτός από τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τους κινδύνους που ελλοχεύουν για τις οικονομίες των 27 αλλά και την γεωπολιτική σταθερότητα της περιοχής, ο πρωθυπουργός αναμένεται μαζί με άλλους ομολόγους του να επαναλάβουν ότι πρέπει ενόψει και της μελλοντικής αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας να δοθεί μεγαλύτερη ευελιξία στα δημοσιονομικά έτσι ώστε οι χώρες να μπορούν να αντιμετωπίζουν τις εξωγενείς πιέσεις αλλά και να μην διακυβεύεται η ανάπτυξη.