Για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% μίλησε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνεδρίαση μέσω τηλεδιάσκεψης του Υπουργικού Συμβουλίου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την εισαγωγική τοποθέτησή του σημείωσε πως «παρά την αντίθετη εισήγηση των εκπροσώπων των επιχειρήσεων, η Κυβέρνηση αποφάσισε για φέτος την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%». Υπενθύμισε, πως «στον σχετικό διάλογο που προηγήθηκε, οι Συνομοσπονδίες των επαγγελματιών, των βιοτεχνών, των μεγάλων επιχειρήσεων, των εμπόρων, είχαν ζητήσει το πάγωμα του κατώτατου μισθού λόγω των ειδικών συνθηκών που επέφερε η πανδημία. Και πράγματι -όπως όλοι γνωρίζουμε- το Α.Ε.Π. πέρυσι μειώθηκε περίπου κατά 8% κατά συνέπεια οι συνθήκες αυτές ισχύουν. Αυτό το οποίο όμως επίσης ισχύει είναι ο δυναμισμός της ελληνικής οικονομίας, οι προοπτικές της, τις οποίες εμπιστεύομαι και προσωπικά».
Συνέχισε λέγοντας: «Η αύξηση την οποία αποφασίζουμε σήμερα προφανώς και δεν καλύπτει τις ανάγκες των εργαζομένων. Θέλω να θυμίσω, όμως, ότι έρχεται σε συνέχεια ενός γιγαντιαίου προγράμματος το οποίο ξεπέρασε τα 40 δισ. ευρώ, το οποίο επί 18 μήνες στήριξε το εισόδημα, τις θέσεις εργασίας, αλλά και τη ρευστότητά των επιχειρήσεων[…]Τώρα η ενίσχυση αυτή έρχεται να τονώσει τους χαμηλότερα αμειβόμενους. Έχει ένα ύψος το οποίο μπορεί να χαρακτηριστεί και συμβολικό. Είναι, όμως, απολύτως ρεαλιστική».
Κατά τον κ. Μητσοτάκη η αύξηση αυτή έχει διττό χαρακτήρα: «Ένα σήμα επανεκκίνησης της εθνικής παραγωγικής μηχανής, καθώς όλοι οι δείκτες μπαίνουν σε ανοδική τροχιά αφού παρά τις δυσκολίες, τα έσοδα από τον τουρισμό φαίνεται ότι δεν θα συγκρίνονται πλέον με αυτά του 2020, αλλά με αυτά του 2019. Ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές κινούνται ήδη σε επίπεδα προ κρίσης. […] Ταυτόχρονα, όμως, η αύξηση αυτή την οποία θα εισηγηθεί σήμερα ο Υπουργός Εργασίας είναι και σήμα του κοινωνικού προσανατολισμού της πολιτικής μας».
Σε αυτό το σημείο ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε πως προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι αυτοί που έχουν περισσότερο ανάγκη και μίλησε για την ανάγκη εμβολιασμού: «Όσο πιο γρήγορα λοιπόν φύγει ο κίνδυνος για την υγεία, τόσο πιο γρήγορα θα έρθει και η ανάπτυξη στην οικονομία και στην κοινωνία. Γι’ αυτό και θα επαναλάβω -για ακόμα μία φορά- ότι ο εμβολιασμός γίνεται συλλογικό καθήκον. Η Πολιτεία θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει τις εξάρσεις της πανδημίας όπου αυτό είναι απαραίτητο με τοπικές παρεμβάσεις, αλλά η επιλογή μας είναι σαφής: Το μέτωπο της αλήθειας και της λογικής πρέπει να επικρατήσει μέσα στο Καλοκαίρι και από το Φθινόπωρο η χώρα μας θα συνεχίσει την πορεία της έτσι ή αλλιώς».